2 Nisan 2009 Perşembe

Μειονοτική οπτική γωνία για το νηπιαγωγείο και το δίλημμα…

Azınlıkça
Τεύχος:44
Μάρτιος 2009

Μπορούμε να πούμε ότι η εξέλιξη της υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι πρόσφατη. Καλό είναι να υπενθυμίσουμε ότι τα νηπιαγωγεία άρχισαν να αναπτύσσονται μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και εξελίχθηκαν σύμφωνα με τις κοινωνικοοικονομικές αλλαγές. Στην Ελλάδα η προσχολική εκπαίδευση το 2007 εντάχθηκε στο πλαίσιο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.

Με την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, κυρίως στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες περιοχές και με την μετακίνησή τους από την ύπαιθρο στα αστικά κέντρα, δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για να στέλνουν οι γονείς τα παιδιά τους στο νηπιαγωγείο και έτσι ο θεσμός αυτός εξαπλώθηκε. Ήδη μέχρι το 1950 που η Ελλάδα ήταν μια χώρα με μεγάλο αγροτικό πληθυσμό, οι συνθήκες ήταν περιορισμένες για την ανάπτυξη της προσχολικής εκπαίδευσης. Όμως οι αλλαγές που σημειώθηκαν στις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μετά τα το 1960, έπαιξαν σημαντικό ρόλο και στην εκπαίδευση των γονιών. Μπορεί να παρατηρήσει κανείς την αναπτυξιακή πορεία, μελετώντας τους αριθμούς των μαθητών που πήγαιναν στα νηπιαγωγεία. Λόγου χάριν, στις αρχές του 1960 ο αριθμός των μαθητών που πήγαιναν στο νηπιαγωγείο ήταν 40.000 ενώ στην δεκαετία του ΄70 ο αριθμός διπλασιάστηκε φτάνοντας τις 90.000. Η πορεία αυτή ήταν πολύ διαφορετική στη Δυτική Θράκη για κοινωνικοοικονομικούς και πολιτικούς λόγους. Η περιοχή, κυρίως η μειονότητα, γνώρισε το θεσμό του νηπιαγωγείου περίπου πριν 15 χρόνια. Μετά την ένταξη της προσχολικής εκπαίδευσης στην υποχρεωτική, προέκυψαν διαφορετικές απόψεις μεταξύ των επιστημόνων για την μειονοτική εκπαίδευση βάσει της συνθήκης της Λοζάνης και άλλων διεθνών συνθηκών. Για παράδειγμα, από τους υπευθύνους του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, η καθηγήτρια κα Νέλλη Ασκούνη, στο βιβλίο της «Η Εκπαίδευση της Μειονότητας στη Θράκη» γράφει ότι το διεθνές νομικό πλαίσιο στο θέμα της μειονοτικής εκπαίδευσης δεν προβλέπει την διδασκαλία της μητρικής γλώσσας στα νηπιαγωγεία και ότι το άρθρο 41 της συνθήκης της Λοζάνης αναφέρεται μόνο στα δημοτικά σχολεία. Ακόμη και στις μεταγενέστερες διμερείς συνθήκες που υπέγραψαν Ελλάδα και Τουρκία για εκπαιδευτικά θέματα, (Ελληνοτουρκική Συμφωνία του 1951 και Μορφωτικό Πρωτόκολλο του 1968) δεν υπάρχει αναφορά για το νηπιαγωγείο και αναφέρεται ότι οι ρυθμίσεις αφορούσαν πιο πολύ την Β΄βάθμια εκπαίδευση. Από την άλλη, για το ίδιο θέμα, ο καθηγητής κ. Μπασκίν Οράν αναφέρει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 41 της συνθήκης της Λοζάνης, οι μειονότητες της Κωνσταντινούπολης και της Δυτικής Θράκης έχουν αυτονομία στην εκπαίδευσή τους και ότι σε αυτό σαφώς και συμπεριλαμβάνεται και το νηπιαγωγείο.

Σχετικά με την δίγλωσση εκπαίδευση, υπάρχει μια πραγματικότητα που αναφέρεται συνεχώς. Ένα παιδί δεν μπορεί να μάθει άλλη γλώσσα όταν δεν ξέρει καλά την μητρική του. Αυτό είναι γεγονός διότι ένα παιδί μπορεί να μάθει μια άλλη γλώσσα σκεπτόμενο με την μητρική.

Το 2007, μετά την ένταξη της προσχολικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο της υποχρεωτικής, προέκυψαν έντονες συζητήσεις στη μειονότητα για το θέμα των νηπιαγωγείων. Το κράτος δήλωσε ότι θα διορίσει νηπιαγωγούς απ’ τη μειονότητα στα δημόσια νηπιαγωγεία που πηγαίνουν παιδιά της μειονότητας. Απ’ την άλλη, οι μειονοτικοί φορείς, όπως ο Σύλλογος Επιστημόνων Μειονότητας Δυτικής Θράκης, ζητάνε η προσχολική εκπαίδευση να ενταχθεί στο σύστημα της ιδιωτικής και αυτόνομης δομής της μειονοτικής εκπαίδευσης. Ο Σύλλογος Επιστημόνων Μειονότητας Δυτικής Θράκης και ο Σύλλογος Τούρκων Δασκάλων Δυτικής Θράκης, ζητούν ιδιωτικό και αυτόνομο μειονοτικό νηπιαγωγείο. Κάποιοι πάλι από την μειονότητα θέτουν θέμα του «δίγλωσσου σχολείου» χωρίς όμως να το καθορίζουν ακριβώς. Μια άλλη άποψη σχετικά με το θέμα είναι τα νηπιαγωγεία να λειτουργούν ως δημόσια σχολεία.

Όπως ανέφερα και παραπάνω, η κα. Νέλλη Ασκούνη που ήταν από τις υπεύθυνες του προγράμματος εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων, εξέδωσε ένα βιβλίο το Σεπτέμβριο του 2006 από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, με τίτλο: «Η Εκπαίδευση της Μειονότητας στη Θράκη». Είναι ένα βιβλίο που οπωσδήποτε πρέπει να έχουν στις βιβλιοθήκες τους όσοι τουλάχιστον κάνουν έρευνες και ασχολούνται με τα εκπαιδευτικά θέματα της μειονότητας. Η κα Ασκούνη στο βιβλίο της δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την προσχολική εκπαίδευση. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των μειονοτικών μαθητών που πήγαιναν στα δημόσια νηπιαγωγεία. Λόγου χάριν, στο σχολικό έτος 1994-95 ο αριθμός των μαθητών στα δημοτικά και στους τρεις νομούς της Θράκης ήταν 8.208. Το ίδιο σχολικός έτος ο αριθμός των μαθητών στα νηπιαγωγεία στο νομό Ξάνθης ήταν 69, στη Ροδόπη 43 και στον Έβρο 32, συνολικά 143 μειονοτικοί μαθητές. Στο σχολικό έτος 2002-03 φαίνεται ότι πενταπλασιάστηκε ο αριθμός φτάνοντας συνολικά τους 784 μαθητές. Αναφέρεται όμως ότι παρά την αύξηση, σε σύγκριση με το δημοτικό, ο αριθμός αυτός δεν είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο.

Αν το παρατηρήσει κανείς είναι σωστό. Σ’ αυτό όμως έχει μεγάλη επίδραση η μη ύπαρξη δίγλωσσων νηπιαγωγείων. Συνεπώς, είτε είναι δημόσιο, είτε μειονοτικό νηπιαγωγείο (που είναι ένα άλλο θέμα) πρέπει το κράτος σε κάθε περίπτωση να δώσει την επιλογή του δίγλωσσου νηπιαγωγείου. Για μια τέτοια εφαρμογή, πέραν της συνθήκης της Λοζάνης άλλα και των διμερών συνθηκών που υπέγραψαν Ελλάδα και Τουρκία, είναι αρκετές οι σύγχρονες ευρωπαϊκές νόρμες.

Καλό είναι να πούμε και το εξής: κάποιοι κύκλοι μέσα από την μειονότητα κριτικάρουν έντονα τους γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους στα δημόσια νηπιαγωγεία. Για παράδειγμα, πόσο σωστό είναι να στοχοποιούνται με την τακτική της «κοινωνικής καταπίεσης» και με δημοσιεύματα μέσου του μειονοτικό τύπου, γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους στα δημόσια νηπιαγωγεία; Ήδη αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει μια άλλη εναλλακτική λύση εκτός από το δημόσιο νηπιαγωγείο. Φέτος, πάλι στην αρχή του σχολικού έτους, κλήθηκαν οι γονείς να μην στέλνουν τα παιδιά τους στα δημόσια νηπιαγωγεία και ισχυρίστηκαν ότι το κράτος δεν θα μπορέσει να εισπράξει το χρηματικό πρόστιμο των 50 ευρώ απ’ όσους δεν θα έστελναν τα παιδιά τους στο νηπιαγωγείο. Εδώ μπορεί να αναφέρει κανείς μια τεχνική λεπτομέρεια. Στην Ελλάδα η υποχρεωτική εκπαίδευση για την μειονότητα είναι 6 χρόνια. Δηλαδή η υποχρεωτική εκπαίδευση για όσους σπουδάζουν στα δημόσια σχολεία είναι 10 χρόνια και για αυτούς που πηγαίνουν στα μειονοτικά είναι 6 χρόνια. Έτσι αυτοί με την άποψη ότι «ο μαθητής που θα πηγαίνει στο μειονοτικό σχολείο δεν θα είναι υποχρεωμένος να πάει στο δημόσιο νηπιαγωγείο». Αυτό είναι ένα άλλο θέμα που μπορεί να αναλυθεί λεπτομερώς. Όμως, σε κάθε περίπτωση, όποιος θέλει πρέπει να μπορεί να στέλνει το παιδί του στο δημόσιο νηπιαγωγείο. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αναμιγνύεται σε αυτό και η επιλογή του καθενός πρέπει να είναι σεβαστή απ’ όλους.

Ένα άλλο όμως σημείο είναι το πιο περίεργο θέματος. Συνήθως όλη η αστική τάξη της μειονότητας επιλέγει να στείλει τα παιδιά της στα δημόσια σχολεία. Όταν όμως ένας απλός άνθρωπος της μειονότητας στέλνει το παιδί του στο μειονοτικό σχολείο, προειδοποιείται από την ίδια αστική τάξη με την απειλή της «αφομοίωσης». Να είμαστε λίγο έντιμοι. Αν πράγματι ίσχυε αυτό όπως γράφεται και λέγεται περί αφομοίωσης, η μειονότητα ήδη θα είχε αφομοιωθεί. Ο Όμιλος Νέων Ακαδημαϊκών, που δραστηριοποιείται υπό την αιγίδα του Συλλόγου Επιστημόνων Μειονότητας Δυτικής Θράκης, αποτελείται από φοιτητές που σπουδάζουν στα δημόσια ελληνικά πανεπιστήμια και ανοίγουν παραρτήματα σε διάφορες πόλεις της χώρας. Αυτά τα παιδιά γιατί δεν αφομοιώθηκαν εύκολα, έτσι όπως λέγεται αφού σπούδαζαν στα δημόσια ελληνικά πανεπιστήμια;

Ο ισχυρισμός λοιπόν περί αφομοίωσης κάποιου που πηγαίνει στο δημόσιο νηπιαγωγείο, γυμνάσιο ή λύκειο, δεν είναι μια ρεαλιστική προσέγγιση. Αυτό είναι απλά μόνο ένα θέμα επιλογής. Μέσα στην μειονότητα δεν πρέπει να κριτικάρει ο ένας τον άλλο για το θέμα αυτό. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός στις επιλογές.

Στο θέμα αυτό η μειονότητα έχει μια κοινή άποψη. Πρέπει να υπάρχει δικαίωμα διδασκαλίας στην μητρική γλώσσα και στα νηπιαγωγεία. Βέβαια, σε ένα τόσο σύντομο άρθρο δεν μπορεί κανείς να αναπτύξει εξ ολοκλήρου ένα τέτοιο περίπλοκο θέμα. Τελειώνοντας θα πω μια αλήθεια. Το αίτημα για δίγλωσσα νηπιαγωγεία είναι εύλογο και πολύ φυσιολογικό.